ἁπτόν — ἁπτός tangible masc acc sg ἁπτός tangible neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σίνκλαιρ, Άπτον Μπηλ — (Sinclair). Αμερικανός συγγραφέας (Βαλτιμόρη 1878 Μπάουντ Μπρούκ, Νέα Ιερσέη 1968). Μεγαλωμένος σ’ ένα καλλιεργημένο περιβάλλον, αλλά μέσα σε συνεχείς οικονομικές δυσκολίες, στράφηκε από τα νεανικά του χρόνια προς τα σοσιαλιστικά ιδεώδη. Ως… … Dictionary of Greek
περίαπτον — περίαπτος hung round masc/fem acc sg περίαπτος hung round neut nom/voc/acc sg περΐαπτον , περιάπτω tie imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) περΐαπτον , περιάπτω tie imperf ind act 1st sg (homeric ionic) περί̱απτον , περιιάπτω wound all round… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αϊζενστάιν, Σεργκέι Μιχαΐλοβιτς — (Sergei Mikhailovich Eisenstein, Ρίγα 1898 – Μόσχα 1948). Ρώσος σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Ενώ σπούδαζε μηχανικός στην Πετρούπολη, κατατάχθηκε το 1918 εθελοντής στον Ερυθρό Στρατό, μάλλον για να ακολουθήσει το παράδειγμα των συναδέλφων του… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… … Dictionary of Greek